Του Δρ. Ιωάννη Γκιτσάκη
Εάν υπήρχε μία ειδική κατηγορία στο βιβλίο Γκίνες για τη χορήγηση επιδομάτων, τότε σίγουρα η Ελλάδα θα κατείχε το σχετικό παγκόσμιο ρεκόρ. Πράγματι σε αυτή τη χώρα έχουν επιδοτηθεί διαχρονικά σχεδόν τα πάντα. Από τα πλέον αυτονόητα, όπως π.χ. το επίδομα έγκαιρης προσέλευσης (ΕΘΕΛ 310€/μήνα), το επίδομα μεταφοράς φακέλου (Δημόσιο 290€/μήνα), το επίδομα αποτελεσματικότερης διεκπεραίωσης υποθέσεων (Υπουργείο Δικαιοσύνης 595€/μήνα) ή το επίδομα φαξ (ΔΕΗ 870€/μήνα), μέχρι και τα πιο εξωφρενικά, όπως π.χ. το επίδομα προθέρμανσης αυτοκινήτου (ΟΤΕ 690€/μήνα), το επίδομα πλυσίματος χεριών (ΟΣΕ 420€/μήνα) ή το επίδομα κυλικείου (ΕΛΠΕ 120€/μήνα).
Στη σύγχρονη ψηφιακή εποχή όμως η επιδοματική πολιτική έχει πλέον περάσει σε άλλο level. Στο επίπεδο της “πλατφόρμας” και των “pass”. Πράγματι, τα τελευταία χρόνια φαίνεται πως η λύση σε κάθε πρόβλημα είναι η πρόβλεψη και ενός αντίστοιχου pass. Ενός ψηφιακού “κουπονιού”. Μία ψηφιακή πλατφόρμα και ένα pass δια πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν κυριολεκτικά.
Κάποια από αυτά τα “pass” εξυπηρετούν σοβαρούς και θεμιτούς σκοπούς δημοσίου συμφέροντος και συνεπώς κατανοώ πλήρως τη χρησιμότητά τους. Έτσι λοιπόν το λεγόμενο “freedom pass” αποσκοπούσε στον εμβολιασμό των νέων κατά της Covid-19, προκειμένου να προστατευτούν οι ίδιοι, αλλά κυρίως οι γονείς και οι ηλικιωμένοι συγγενείς τους. Επίσης, το πρόσφατο “North Evia – Samos pass” αποσκοπούσε στην ενίσχυση του τουρισμού και των τουριστικών επιχειρήσεων στις πληγείσες από φυσικές καταστροφές περιοχές της Βόρειας Εύβοιας και της Σάμου. Καμία αντίρρηση λοιπόν εδώ.
Συνεχίζω όμως να αναρωτιέμαι για το αν η πρόβλεψη ενός τέτοιου επιδόματος αποτελεί τον πλέον ενδεδειγμένο τρόπο για την εξυπηρέτηση αυτού του σκοπού. Για παράδειγμα, στη Φιλανδία, εδώ και 75 χρόνια το κράτος παρέχει στις μέλλουσες μητέρες το λεγόμενο “πακέτο μητρότητας”. Ένα ποιοτικό χάρτινο κουτί, το οποίο περιέχει όλα τα απαραίτητα για το νεογέννητο μωρό (φορμάκια, υπνόσακο, σεντόνια, προϊόντα μπάνιου, πάνες κλπ.), καθώς και ένα μικρό στρώμα. Τοποθετώντας το στρώμα στον πάτο του κουτιού, αυτό μετατρέπεται αυτομάτως στο πρώτο ασφαλές κρεβάτι του μωρού.
Αυτό όμως που έχει ιδιαίτερη σημασία είναι ότι, ενώ οι μέλλουσες μητέρες μπορούν να επιλέξουν να λάβουν ένα επίδομα ύψους 140€ αντί για το “πακέτο μητρότητας”, το 95% αυτών επιλέγουν το πακέτο και όχι το επίδομα, ακολουθώντας έτσι μία εθνική παράδοση που κρατάει από το 1938. Το φιλανδικό κράτος, λοιπόν, αντί να εθίζει τους πολίτες του σε επιδόματα, τούς παρέχει κάτι πολύ πιο πρακτικό και μάλιστα με ιδιαίτερο συμβολισμό, καθώς δείχνει ουσιαστικά το “προσωπικό” ενδιαφέρον του κράτους για τη μητρότητα και την έμπρακτη στήριξη της οικογένειας και των γεννήσεων. Το συγκεκριμένο “πακέτο μητρότητας”, λοιπόν, αποτελεί μία εξαιρετική ιδέα, πρακτική, χρήσιμη και φιλελεύθερη, και πιστεύω ότι θα πρέπει να υιοθετηθεί και στην Ελλάδα.
Υπάρχουν όμως και κάποια άλλα pass και επιδόματα που χορηγήθηκαν τα τελευταία χρόνια, τα οποία θεωρώ ως παντελώς αχρείαστα και σίγουρα καθόλου φιλελεύθερα. Ξεκινώ από το επίδομα “τηλεκατάρτισης” των επιστημόνων (δικηγόρων, μηχανικών, γιατρών, οικονομολόγων κλπ.), το περιβόητο voucher των 600€ που δόθηκε το 2020 στα πλαίσια ενίσχυσης των πληττόμενων από την πανδημία του κορονοϊού επιστημονικών κλάδων. Ένα επίδομα που προκάλεσε την οργή του επιστημονικού δυναμικού της χώρας, έμεινε στην ιστορία ως επίδομα “σκόιλ ελικίκου” και ανάγκασε τελικά τον Πρωθυπουργό να αποδεχθεί το κυβερνητικό φάουλ και να χορηγήσει το επίδομα χωρίς τηλεκατάρτιση. Ήταν η πρώτη μεγάλη επικοινωνιακή ήττα της νέας κυβέρνησης και μάλιστα σε ένα προνομιακό για αυτήν πολιτικό ακροατήριο, το οποίο κατάφερε τελικά να στρέψει εναντίον της.
Αναρωτιέμαι, λοιπόν, γιατί θα έπρεπε να χορηγηθεί το συγκεκριμένο επίδομα των 600€ και δεν προβλέφθηκε π.χ. η αναστολή καταβολής του τέλους επιτηδεύματος εκείνης της χρονιάς (ύψους 650€). Γιατί μία φιλελεύθερη κυβέρνηση προέκρινε την καταβολή ενός (σοσιαλιστικού) επιδόματος έναντι μιας (φιλελεύθερης) κατάργησης φόρου;
Το ερώτημα βεβαίως είναι ρητορικό. Την απάντηση την γνωρίζω πολύ καλά: Το επίδομα, το “ζεστό” χρήμα, είναι πολύ πιο “σαγηνευτικό”. Ασκεί μια μοναδική γοητεία και τέρψη, ειδικά τη στιγμή της είσπραξής του. Μία ψυχική ανάταση και “ηδονή”, η οποία σε καμία περίπτωση δεν συγκρίνεται με αυτήν της μη καταβολής ενός φόρου. Το διαπίστωσα άλλωστε και σε σχετικές διαδικτυακές συζητήσεις μεταξύ δικηγόρων, όταν υποστήριξα ότι για την εικόνα και το κύρος του δικηγορικού σώματος θα ήταν ορθότερο και πιο αποτελεσματικό να μην διεκδικήσουμε την καταβολή ενός επιδόματος, αλλά την αναστολή του τέλους επιτηδεύματος. Οι αντιδράσεις απέναντι στην πρότασή μου ήταν σφοδρές. Η συντριπτική πλειοψηφία των συναδέλφων δικηγόρων ήθελε επίδομα. Δεν δεχόταν σε καμία περίπτωση την αντικατάσταση του επιδόματος με μία ισόποση ή και μεγαλύτερη φοροελάφρυνση. Οι απαντήσεις που δεχόμουν ήταν στη λογική του “όλοι οι άλλοι πήραν επιδόματα, γιατί να μην πάρουμε κι εμείς;” Πλήρης επικράτηση της επιδοματικής κουλτούρας έναντι της φιλελεύθερης αντίληψης.
Μιας όμως και αναφέρθηκα στο τέλος επιτηδεύματος, θα ανοίξω μία μικρή παρένθεση: Το τέλος επιτηδεύματος, η φορολόγηση του αέρα, η “τιμωρία” των “φοροφυγάδων” ελευθέρων επαγγελματιών, αποτελεί ουσιαστικά έναν απαράδεκτο κεφαλικό φόρο. Είναι το αντίστοιχο ενός “τέλους μονιμότητας” ή ενός “τέλους διαφθοράς” για τους δημοσίους υπαλλήλους ή ενός “τέλους ισοβιότητας” για τους δικαστικούς λειτουργούς, το οποίο βεβαίως θα το έκριναν αντισυνταγματικό με συνοπτικές διαδικασίες, σε αντίθεση με το τέλος επιτηδεύματος, που κρίθηκε συνταγματικό πανηγυρικά και μάλιστα με ιδιαίτερα δυσφημιστικό σκεπτικό για τους ελεύθερους επαγγελματίες. Η διατήρηση λοιπόν του τέλους επιτηδεύματος από τη σημερινή φιλελεύθερη κυβέρνηση αποτελεί μια πραγματική ντροπή, τη στιγμή μάλιστα που προεκλογικά είχε υποσχεθεί τη μείωση και την κατάργησή του ως το τέλος της τετραετίας. Όπως όμως αποδεικνύεται, το “προσωρινό” τέλος επιτηδεύματος έχει τελικά την ίδια αντοχή που έχουν και οι κατσαρίδες: Θα καταργηθεί (αν ποτέ καταργηθεί) τελευταίο. Κλείνει η παρένθεση.
Επανερχόμενος στα διάφορα “pass”, θεωρώ ότι το πιο απαράδεκτο για μία φιλελεύθερη κυβέρνηση είναι το λεγόμενο “fuel pass”, δηλαδή το επίδομα βενζίνης ή καυσίμων. Πράγματι, η κυβέρνηση, αντί να μειώσει (και μάλιστα σε μόνιμη βάση) τον εξωφρενικά υψηλό ειδικό φόρο κατανάλωσης στα καύσιμα, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η μεγάλη αύξηση των τιμών της βενζίνης και του πετρελαίου κίνησης, προτίμησε να δημιουργήσει μία ψηφιακή πλατφόρμα, όπου οι πολίτες μπορούσαν να αιτηθούν από το κράτος “πατερούλη” την χορήγηση ενός ψηφιακού “κουπονιού” ύψους 45€ (fuel pass 1) και 80€ (fuel pass 2).
Εξίσου απαράδεκτο είναι και το νέο pass, το λεγόμενο “market pass” ή “food pass”, δηλαδή η μηνιαία επιδότηση του 10% των αγορών από επιχειρήσεις τροφίμων για 6 μήνες. Και πάλι η κυβέρνηση, αντί να μειώσει (και μάλιστα σε μόνιμη βάση) τους συντελεστές ΦΠΑ (κάτι που ήταν και προεκλογική της εξαγγελία), προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι σημαντικές αυξήσεις στα τρόφιμα και στο κόστος ζωής γενικότερα, προτίμησε να δημιουργήσει μια νέα ψηφιακή πλατφόρμα, όπου οι “επαίτες” πολίτες θα αιτηθούν από το κράτος “πατερούλη” τη χορήγηση ενός ακόμη επιδόματος, το ύψος του οποίου ξεκινά από 22€ μηνιαίως και προσαυξάνεται ανάλογα με τα εξαρτώμενα μέλη της οικογένειας. Ένα ψηφιακό “κουπόνι” τροφίμων, δηλαδή, το οποίο μάλιστα έχει και ιδιαίτερο συμβολισμό, καθώς παραπέμπει ευθέως στα κουπόνια σίτισης της ΕΣΣΔ και άλλων κομμουνιστικών καθεστώτων.
Αναρωτιέμαι πραγματικά γιατί μία φιλελεύθερη κυβέρνηση εξαναγκάζει πάνω από 8 εκατομμύρια πολίτες (market pass) ή πάνω από 3 εκατομμύρια πολίτες (fuel pass) να “επαιτούν” ένα επίδομα μερικών δεκάδων ευρώ, αντί να προχωρήσει σε μία αντίστοιχη μείωση του ΦΠΑ ή του ειδικού φόρου κατανάλωσης στα καύσιμα, κάτι που (υποκριτικά) ζητά η αξιωματική αντιπολίτευση. Με άλλα λόγια, η αριστερή αξιωματική αντιπολίτευση ζητά τη μείωση φόρων και η φιλελεύθερη κυβέρνηση προκρίνει την καταβολή επιδομάτων. Πραγματικά έχουν έρθει τα πάνω κάτω.
Για το ζήτημα αυτό προσωπικά δεν δέχομαι καμία απολύτως δικαιολογία περί δημοσιονομικού κόστους ή έλλειψης “δημοσιονομικού χώρου”. Σε μία χώρα με τεράστια και δυσανάλογη δαπάνη μισθοδοσίας του Δημοσίου και τη μεγαλύτερη (αναλογικά) συνταξιοδοτική δαπάνη στην Ευρώπη, δεν νοούνται δικαιολογίες περί δημοσιονομικού κόστους. Το ίδιο και σε μία χώρα που χορηγεί αφειδώς επιδόματα παντός είδους (μόνιμου ή έκτακτου χαρακτήρα), σχεδιάζει αυξήσεις μισθών ή μπόνους “παραγωγικότητας” στον δημόσιο τομέα και εξαγγέλλει πανηγυρικά την κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης στο Δημόσιο, την αύξηση των συντάξεων και τη χορήγηση ειδικού επιδόματος σε όσους συνταξιούχους δεν έλαβαν αύξηση στις συντάξεις τους. Σίγουρα λοιπόν έλλειψη “δημοσιονομικού χώρου” δεν υπάρχει. Υπάρχει μόνο προτεραιότητα στο πού κατευθύνονται οι δημοσιονομικές ελαφρύνσεις και συνειδητή επιλογή της επιδοματικής πολιτικής έναντι της μείωσης ή της κατάργησης φόρων.
Τα ίδια ακριβώς ισχύουν και για το λεγόμενο “power pass”, την επιδότηση του κόστους της ηλεκτρικής ενέργειας. Μία ακόμη ψηφιακή πλατφόρμα, αίτηση και pass, με τη μορφή επιδόματος. Ο απόλυτος εθισμός των πολιτών στην “επαιτεία” επιδομάτων από το κράτος “πατερούλη”. Αναρωτιέμαι λοιπόν και εδώ (ρητορικά και πάλι): Γιατί power pass και όχι συμψηφισμός του ποσού με τις μελλοντικές καταναλώσεις; Ή κάποια άλλη αντίστοιχη λύση. Την απάντηση βεβαίως την ανέφερα και πιο πάνω: Το επίδομα, το “ζεστό” χρήμα, ασκεί μια γοητεία στο λαό. Την οποία οι κυβερνώντες ελπίζουν ότι θα τη θυμηθεί την ώρα της κάλπης, “ανταμείβοντας” με την ψήφο του την κυβέρνηση που του χορήγησε τόσα και τόσα επιδόματα. Μία απαράδεκτη πελατειακή λογική που δεν αρμόζει σε ένα σύγχρονο δυτικό κράτος.
Τα ίδια, τέλος, ισχύουν και για το πρόγραμμα “τουρισμός για όλους” του Υπουργείου Τουρισμού. Ένα πρόγραμμα, το οποίο για τα έτη 2020 και 2021 ήταν απολύτως δικαιολογημένο και επιβεβλημένο για την ενίσχυση των τουριστικών επιχειρήσεων που είχαν πληγεί από την πανδημία του κορονοϊού. Μάλιστα, είχα γράψει και ένα σχετικό άρθρο, με τίτλο “Τουριστικά vouchers για την ενίσχυση του εσωτερικού τουρισμού και των τουριστικών επιχειρήσεων”, προτείνοντας στην κυβέρνηση τον σχεδιασμό ενός αντίστοιχου προγράμματος τουριστικών vouchers, όπως και έγινε τελικά. Το 2022, όμως, μια χρονιά που τα στοιχεία δείχνουν πως οι τουριστικές εισπράξεις προσεγγίζουν ή και ξεπερνούν αυτές του 2019 (της χρονιάς ρεκόρ του ελληνικού τουρισμού), η συνέχιση του προγράμματος “τουρισμός για όλους” (και μάλιστα με αύξηση του προϋπολογισμού του και επέκταση και την χειμερινή περίοδο) δεν εξυπηρετούσε πλέον καμία απολύτως σκοπιμότητα. Πλην βεβαίως αυτής που αναφέρθηκε παραπάνω: Του εθισμού των πολιτών στα επιδόματα και της συνέχισης μιας πελατειακής λογικής.
Και μιας και βρισκόμαστε σε προεκλογική περίοδο, θα ανοίξω και μία δεύτερη μικρή παρένθεση: Θεωρώ απαράδεκτο το διαχρονικό “έθιμο” της χορήγησης έκτακτων επιδομάτων σε διάφορες κοινωνικές ή επαγγελματικές ομάδες λίγους μήνες πριν από τις βουλευτικές εκλογές. Από το περιβόητο “Τσοβόλα δώσ’ τα όλα” του Ανδρέα Παπανδρέου, μέχρι την (προεκλογική) “13η σύνταξη” του 2019 και το προσφάτως εξαγγελθέν “έκτακτο βοήθημα” στους συνταξιούχους που δεν έλαβαν αυξήσεις στις συντάξεις τους το 2023. Ίσως στην επόμενη συνταγματική αναθεώρηση θα πρέπει να προβλεφθεί μία σχετική ασφαλιστική δικλείδα στο Σύνταγμα, η οποία να απαγορεύει τη χορήγηση κάθε είδους επιδομάτων, βοηθημάτων ή ενισχύσεων (πλην περιπτώσεων φυσικών καταστροφών), για 6 μήνες πριν από την ημερομηνία των βουλευτικών εκλογών. Κλείνει και αυτή η παρένθεση.
Ολοκληρώνοντας την αναφορά μου στα διάφορα επιδόματα των τελευταίων ετών, θα ήταν παράλειψη να μην μνημονεύσω και το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα ή Κοινωνικό Εισόδημα Αλληλεγγύης (ΚΕΑ), όπως είναι η επίσημη ονομασία του. Μια ονομασία, που θα μπορούσε κάλλιστα να είναι Κοινωνικό Εισόδημα Οκνηρίας ή Μαύρης Εργασίας. Διότι πράγματι, υπάρχει ένας σημαντικός αριθμός δικαιούχων του συγκεκριμένου επιδόματος, που επιλέγει να μην εργάζεται και να εισπράττει κάθε μήνα το ΚΕΑ, παρά να αναζητήσει εργασία και να το χάσει. Τη στιγμή που καθημερινά διαβάζουμε δημοσιεύματα για τις μεγάλες ελλείψεις προσωπικού στον τουρισμό, την εστίαση και την οικοδομή ή για την αδυναμία εξεύρεσης εργατικού δυναμικού σε αγροτικούς νομούς, όπως π.χ. ο νομός Ημαθίας, όπου οι επιχειρήσεις αναζητούν μάταια εργαζόμενους όχι μόνο για τα χωράφια, αλλά και για τα εργοστάσια συσκευασίας ή κονσερβοποιίας αγροτικών προϊόντων. Και φτάνουμε μάλιστα και στον απόλυτο παραλογισμό, να συνάπτουμε διεθνείς συμφωνίες με το Πακιστάν, το Μπαγκλαντές και την Αίγυπτο για την εισροή εργατικού δυναμικού στη χώρα μας. Ακόμα χειρότερα, υπάρχει και ένας μεγάλος αριθμός επιτήδειων, οι οποίοι εισπράττουν το ΚΕΑ και παράλληλα απασχολούνται στη “μαύρη” (αδήλωτη) εργασία, προκειμένου να συνεχίσουν να λαμβάνουν το συγκεκριμένο επίδομα.
Θα πρέπει λοιπόν να προβλεφθούν οι κατάλληλες ασφαλιστικές δικλείδες, που θα αποτρέπουν τις παραπάνω καταχρηστικές περιπτώσεις και συμπεριφορές. Θα μπορούσε π.χ. να δημιουργηθεί μία σύγχρονη ψηφιακή πλατφόρμα στη Δημόσια Υπηρεσία Απασχόλησης (ΔΥΠΑ), στην οποία θα δηλώνονται υποχρεωτικά από τις επιχειρήσεις όλες οι προσφερόμενες θέσεις εργασίας σε κάθε νομό. Ακολούθως, το σύστημα, χρησιμοποιώντας τις κατάλληλες παραμέτρους (τόπο κατοικίας, ηλικία, επαγγελματικές δεξιότητες κλπ.), θα προτείνει αυτές τις θέσεις εργασίας στους δικαιούχους του Κοινωνικού Εισοδήματος Αλληλεγγύης αλλά και στους δικαιούχους του επιδόματος ανεργίας. Και να προβλεφθεί νομοθετικά, πως όποιος αρνηθεί αναιτιολόγητα δύο φορές την προσφερόμενη θέση εργασίας, τότε αυτομάτως παύει να λαμβάνει το ΚΕΑ ή το επίδομα ανεργίας. Με τον τρόπο αυτό θα μπει τέλος σε παρόμοιες καταχρηστικές συμπεριφορές και θα περιοριστεί σημαντικά και η σημερινή, τεχνητή (επιδοματική) ανεργία. Προς την κατεύθυνση αυτή κινούνται ως ένα βαθμό οι διατάξεις του νέου νόμου 4921/2022 και ιδίως η διάταξη του άρθρου 21, που προβλέπει, ότι “Εάν ο αναζητών εργασία αρνηθεί τρεις (3) προσφερόμενες θέσεις εργασίας, οι οποίες είναι σύμφωνες με το Ψηφιακό Ατομικό Σχέδιο Δράσης και τα ειδικότερα χαρακτηριστικά του αναζητούντος εργασία που έχουν αποτυπωθεί σ’ αυτό, διακόπτεται η καταβολή των παροχών … και ο αναζητών εργασία διαγράφεται από το Ψηφιακό Μητρώο Δ.ΥΠ.Α. για δύο (2) έτη”. Είναι σίγουρα μία ρύθμιση προς την σωστή κατεύθυνση.
Τα επιδόματα λοιπόν είναι σίγουρα εθιστικά. Και οι κυβερνήσεις το γνωρίζουν πολύ καλά. Και όπως φαίνεται επιδιώκουν συνειδητά αυτόν τον εθισμό. Καλλιεργούν σκοπίμως μία επιδοματική κουλτούρα στους πολίτες. Μία λογική, στην οποία ο πολίτης συνεχώς αιτείται (επαιτεί) επιδόματα και το κράτος, σαν καλός “πατερούλης”, του τα παρέχει. Μία σοσιαλιστική λογική, η οποία δεν συνάδει με μια κυβέρνηση που δηλώνει φιλελεύθερη. Μία παλαιοκομματική αντίληψη, που δεν αρμόζει σε ένα σύγχρονο, ευρωπαϊκό κράτος. Τα κάθε είδους “pass” λοιπόν δεν είναι το φάρμακο δια πάσαν νόσον. Κάποια στιγμή η χώρα μας θα πρέπει να κάνει μια πραγματικά φιλελεύθερη στροφή. Να επιδιώξει την απεξάρτηση των πολιτών από τον εθισμό των επιδομάτων και των ψηφιακών “κουπονιών” και να στραφεί προς την κατεύθυνση της μείωσης των φόρων. Ένα πεδίο (υψηλή φορολογία), στο οποίο η Ελλάδα θα μπορούσε να διεκδικήσει με αξιώσεις ένα ακόμα παγκόσμιο ρεκόρ στο βιβλίο Γκίνες.
* Ο Δρ. Ιωάννης Γκιτσάκης (twitter @gitsakis) είναι Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω στη Θεσσαλονίκη και Διδάκτωρ Διοικητικού Δικαίου
capital.gr