Στην ιστοσελίδα του δήμου Μεγανησίου αναρτήθηκε το έγγραφο της Κτηματικής Υπηρεσίας του Δημοσίου, το οποίο επιβεβαιώνει ρεπορτάζ της ιστοσελίδας μας σχετικά με το κτίσμα της καντίνας στο Φανάρι. Σύμφωνα με τα άρθρα των νόμων που επικαλείται το έγγραφο:
Άρθρο 2 του νόμου 1539/1938:
1.Επί των αδεσπότων και των δημοσίων κτημάτων εν γένει νομεύς θεωρείται το Δημόσιον έστω και αν ουδεμίαν ενήργησεν επ’ αυτών πράξιν νομής.
2.Νομή παρά τρίτου θεωρείται ασκουμένη α) επί των δασών των μερικώς δασοσκεπών εκτάσεων ή λιβαδίων και των χορτολιβαδικών εδαφών μόνο δια της κατά τας εκάστοτε ισχυούσας διατάξεις βάσει αδειών της δασικής Αρχής υλοτομίας ή εκμεταλλεύσεως αυτών ως ιδιωτικών εκτάσεων, β) επί των λοιπών αγροτικών κτημάτων μόνον δια τακτικής καλλιέργειας και γ) επί των οικοπέδων και λοιπών αστικών ακινήτων μόνον δι’ ουσιωδών δομικών ή άλλων παρεμφερών αστικών πράξεων. Η βοσκή και μόνον επί δημοσίων κτημάτων δεν θεωρείται ως νομή του ακινήτου, δύναται όμως αύτη να θεωρηθή ως άσκησις οιονεί νομής δουλείας βοσκής συντρεχουσών των νομίμων προυποθέσεων.
Προκειμένου ειδικώς περί δημοσίων, δασών μερικώς δασοσκεπών εκτάσεων ή λιβαδίων και χορτολιβαδικών εδαφών ουδέποτε η βοσκή θεωρείται ως πράξις νομής ή οιονεί μονής δουλείας βοσκής.
3.Μόνη η ύπαρξις οιουδήποτε τίτλου δεν θεωρείται καθ’ εαυτήν ως διακατοχική πράξις.
ΑΝ 263/1968: Αρθρο 21. Κατά του αυτογνωμόνως επιλαμβανομένου οιουδήποτε δημοσίου κτήματος συντάσσεται παρά του αρμοδίου Οικονομικού Εφόρου Πρωτόκολλον διοικητικής αποβολής, κοινοποιούμενον προς τον καθ’ ου απευθύνεται.
2. Το πρωτόκολλον διοικητικής αποβολής θεωρείται ότι απεδέχθη ο καθ’ ου απευθύνεται, ομολογών την επί του επιληφθέντος κτήματος κυριότητα του Δημοσίου, εάν δεν ασκήση εμπροθέσμως ανακοπήν.
3. Κατά του πρωτοκόλλου διοικητικής αποβολής επιτρέπεται άσκησις ανακοπής ενώπιον του αρμοδίου Ειρηνοδίκου, εντός ανατρεπτικής προθεσμίας 30 ημερών από της κοινοποιήσεως, μη παρατεινομένης. Η άσκησις ανακοπής δεν αναστέλλει την εκτέλεσιν του ως άνω
Πρωτοκόλλου, αιτήσει όμως του ανακόπτοντος, δύναται ο Πρόεδρος Πρωτοδικών, διά πράξεως αυτού, να διατάξη την αναστολήν της εκτελέσεως μέχρις εκδόσεως της επί της ανακοπής αποφάσεως.
“Διά την προδικασίαν και την εκδίκασιν της ανακοπής τυγχάνουσιν αναλόγου εφαρμογής αι διατάξεις του Νόμου ΓΨ Αντίγραφον της ανακοπής μετά κλήσεως προς συζήτησιν κοινοποιείται εις τον αρμόδιον Οικονομικόν ‘Εφορον επί ποινή ακυρότητος της ασκηθείσης ανακοπής.
Κατάθεσις παραβόλου ή εγγραφή της ασκουμένης ανακοπής εις το βιβλίον διεκδικήσεων δεν απαιτείται.
Το βάρος της αποδείξεως υπέχει ο ανακόπτων, μετά των προσαγομένων δε αποδεικτικών μέσων συνεκτιμώνται και τα υπό του αρμοδίου Οικονομικού Εφόρου διατιθέμενα στοιχεία. Κατά της αποφάσεως του Ειρηνοδίκου επιτρέπεται έφεσις ενώπιον του Προέδρου Πρωτοδικών δικάζοντος κατά την ειδικήν διαδικασίαν της Πολιτικής Δικονομίας (634 Π.Δ.) μη επιτρεπομένης της παραπομπής εις το Δικαστήριον.
Η έφεσις ασκείται, κατά τας κοινάς διατάξεις, εντός ανατρεπτικής προθεσμίας 30 ημερών, εφαρμοζομένων αναλόγως και των διατάξεων των εδαφ. β’ και δ’ της παρούσης παραγράφου. Κατά της αποφάσεως του Προέδρου Πρωτοδικών ουδέν ένδικον μέσον χωρεί. Αι προθεσμίαι του παρόντος άρθρου δεν παρεκτείνονται λόγω αποστάσεως. Επί κλήσεως προς το Δημόσιον τηρούνται αι ειδικαί προς εμφάνισιν τούτου τασσόμεναι προθεσμίαι.