Σ’ αυτή την εναρκτήρια εισήγηση των διήμερων εκδηλώσεων που με επιτυχία διοργανώνει και φέτος ο Σύλλογος φίλων Αλεξάνδρου «Φηγός», θα προσπαθήσω, να σας μεταφέρω σε μια άλλη εποχή 50 χρόνια πίσω τότε που ήμουν μαθητής στο μονοθέσιο και για μια χρονιά διθέσιο δημοτικό σχολείο του Αλέξανδρου απ όπου και αποφοίτησα το 1969 χρονιά που και μετακομίσαμε οικογενειακά στο Νυδρί.
Τα κύρια ερωτήματα στα οποία θα προσπαθήσω να δώσω κάποιες απαντήσεις :
Ø Ποια ήταν η ζωή στον Αλέξανδρο την κρίσιμη για το χωριό μεταπολεμική 20ΕΤΙΑ;
Ø Για ποιους λόγους το χωριό εγκαταλείφθηκε σχεδόν καθολικά εκεί γύρω στο 70-75;
Ø Πόθεν το όψιμο ενδιαφέρον για την ορεινή Λευκάδα;
Ø Πως οι κατά καιρούς σχεδιασμοί των μεγάλων έργων συνέβαλαν και συμβάλλουν στην εγκατάλειψη της ορεινής Λευκάδας;
Ø Είναι κοινωνικοπολιτιστικά εφικτή η αναστροφή της εγκατάλειψης της ορεινής Λευκάδας;
Ø Υπάρχουν κρίσιμες παρεμβάσεις που θα βοηθούσαν σ αυτή την αναστροφή;
Τέλος θα καταθέσω κάποιους προβληματισμούς σχετικά με την λεγόμενη ανάπτυξη και πως αυτή επηρεάζει γενικότερα τη ζωή μας σήμερα.
Θα ξεκινήσω όμως πρώτα με το ποίημα «Λευκαδίτισσα Αγρότισσα» του συγχωριανού μας Διονύση Δουβίτσα, που παραστατικά και με τη χωριάτικη ντοπιολαλιά, μας δίνει το ευρύτερο κοινωνικό-οικονομικό περίγραμμα της κρίσιμης για το χωριό εικοσαετίας 50-70,
Στου κοκοτού το λάλημα, το πρώτο, τρεις η ώρα,
θα σηκωθείς για ζύμωμα, θα φκιάσεις το σακκούλι
για το χωράφι το πρωί, νάν’ έτοιμο στην ώρα.
Λίγο φαΐ μαγειρευτό, άλλοτε ξεροφάϊ,
στο κολοκύθι το κρασί, δυό κούπες για τους άντρες.
Θα σπαργανίσεις το παιδί κι’ ως τόσο έχει φέξει.
Γρήγορα πλάθεις το ψωμί, έξι καλά καρβέλια.
Τα βάζεις στην πινακωτή, κι’ ως ότου αυτό να «γίνει»,
ξυπνάς τους άντρες να σκωθούν, κι αμέσως στο κατώγι
να σαμαρώσεις τ’ άλογο, τα σγύρια να φορτώσεις.
Αλέτρι αν είναι για σπορά και λαιμαριές και ζεύλες.
Αν θερισμός ή αλώνισμα, δρεπάνια, δεκριάνια,
δριμόνι για το γέννημα, σβάρνα και καρπολόγια.
Αν ίσως είναι τρηγητός, κοφίνια και καλάθια,
να ‘ναι η κάδη καθαρή, πλυμένο το βαγένι.
Eτοιμασμένα για μουστιά, τρόκολο, πατητήρα.
Το καρατέλο το μικρό, για νάμπει κεροπάτι.
Κι’ αν είναι για λιομάζωμα, τους λούρους τα στρωσίδια,
να καθαρίσεις το ρογό, την πίλα, τις καπάσες.
Όλα χαζίρι στην αυγή. Πας το ψωμί στο φούρνο
κι’ η πρώτη αχτίδα του ήλιου, σε βρίσκει στο χωράφι.
Στο διπλανό το πέτσουρο, θα δέσεις τα μαρτίνια
και θα δουλέψεις τον αγρό, αϊτάροντας του άντρες.
Τα χέρια αλέστα εργάζονται, τα χείλη τραγουδάνε,
στ’ αρμονικό τ’ αντάμωμα της γης με τους ανθρώπους.
Μάνα και συ, μάνα κι’ η γη, της δίνεις και σου δίνει.
Ολοχρονίς παλαίβετε κι’ οι δυό αντρειωμένες.
Εσύ της σκίζεις τα πλευρά κι εκείνη σε ματώνει.
Τρέφεται με τους κόπους σου κι εσύ με το ψωμί της.
Ακούραστη κι αγόγγυστη, στο γυρισμό το δείλι,
αφού ξεζώσεις την ποδιά και κάνεις ποδολόγα,
φορτώνεις στο κεφάλι σου ένα δεμάτι ξύλα.
Να ξαβοηθήσεις γρήγορα κ’ αρπάζεις τη βαρέλα,
κρύο νερό να πεταχτείς στη βρύση να γιομίσεις.
Μετά το δείπνο, η φαμελιά γέρνει να ξαποστάσει.
Μα εσύ δε ξεντρεγάρησες. Την ταύλα θα σηκώσεις.
Θα γαλουρίσεις το παιδί και θα τ’ αποκοιμίσεις,
κι από κοντά στον αργαλειό με το φαρδύ το χτένι,
να πλέξεις με τα δάχτυλα τη μόστρα στο ιφάδι.
Βάζεις σαΐτες τέσσαρες και τέσσερα μιτάρια
κ’ υφαίνεις με τα όνειρα, την προίκα της θυατέρας.
Κι όσο να πάει και ναρθεί το χτένι στο διασίδι,
η κόρη αξαίνει μονομιάς και γίνεται φρεγάδα.
Τη βλέπεις νύφη ολόλαμπρη πάνω σε άσπρο άτι,
και δίπλα της ρηγόπουλο να της κρατά το χέρι.
Πίσω, δυό άλογα γερά, το γοίκο φορτωμένα,
τα βλογημένα τα σκουτιά που ύφανε η μάνα.
Άσπρα μαλλινοσέντονα, κ’ απλάδια και ντρεμίδια,
βελέντζες και σαγιάσματα, καρπέτες, μαντανίες,
κοντέσια και πουκάμισα, πετσέτες και μεσάλια,
σακούλια, πάντες και χαλιά και δυό καβαλοσκούτια.
Μπροστά πηγαίναν τα βιολιά, και συ ακουρμενόσουν,
μέχρι π’ αποκοιμήθηκες, στ’ αντί για προσκεφάλι.
Γυναίκα Αλεξαντρίτισσα και απ’ όλη τη Λευκάδα,
σήκω, λαλούν οι κοκοτοί, έρχετ’ η άλλη μέρα.
Φέρνει καινούργιο κάματο, αγώνα, μα κ’ ελπίδες.
Μ’ αντρειωμένες δρασκελιές, κι’ αυτή θα την περάσεις.
Κι ύστερα θάρθει Κυριακή, θάρθει γιορτή και σκόλη
θα βάλεις τα φτιασίδια σου, θα βάλεις τα καλά σου
με το παιδί στην εκκλησιά θα πας, στο πανηγύρι.
Κάνε Φανερωμένη μου, νάχει σοδειά και φέτος,
νάχει ψωμί, νάχει κρασί, λάδι για το καντήλι.
Ο ρόλος του σχολείου
Αυτή, λοιπόν, η μάνα γη τρέφεται από τον κόπο της Αλεξανδρίτισσας που κοπιάζει ολημερίς για να ζήσει τα παιδιά της, να τα μεγαλώσει, να πάνε στο σχολείο να γίνουν άνθρωποι τότε-να μάθουν γράμματα αργότερα-να πάρουν ένα χαρτί σήμερα και να βολευτούν μέχρι προχτές σε μια καλή δουλειά , κατά προτίμηση στο δημόσιο (κάθε πρώτη και δεκάξι, βρέξει – χιονίσει, πέφτει το παραδάκι, μας έλεγε ένας καθηγητής στις πρώτες τάξεις του γυμνασίου).
Σ’ αυτό, λοιπόν, το σχολείο πήγα και εγώ για να γίνω άνθρωπος ή έστω να μάθω γράμματα και να φύγω απ αυτό το τόπο « γιατί όλοι στο χωριό περιφρονούν το είναι τους σα να μισούν τη δική τους ζωή γιατί είναι στερεμένη ζωή, όπως λένε. Όσο για τα γράμματα δεν το ‘χουν σε τίποτε να πουλήσουν και την περιουσία τους ακόμα για να περάσουν τα παιδιά τους απ’ όλα τα σχολεία. Να ζήσουν πιο ξαπόστατα, να πιαστούν απ’ την κρικέλα (το δημόσιο ταμείο) ή να πάνε στην ξενιτιά».
Ο Κ. Τσουκαλάς θεωρεί ότι σε πανελλαδικό επίπεδο η δευτεροβάθμια εκπαίδευση «αποτέλεσε τη γενική προϋπόθεση της μετάπλασης σημαντικής μερίδας των γόνων της μικρής αγροτικής ιδιοκτησίας σε δυνάμει μικροαστούς».
Γενικά η σχολική εκπαίδευση είχε μεγάλη αξία στα μάτια των ανθρώπων εκείνη την εποχή, πράγμα που εξηγούσε και την εξέχουσα θέση των δασκάλων στο χωριό. Έτσι ο δάσκαλος δεν ήταν μόνο μια έξωθεν εξουσία αλλά ήταν και ο συντοπίτης (Καρσάνος εν προκειμένω) που είχε κατορθώσει να μορφωθεί, να γνωρίσει τον έξω κόσμο. Ήταν πρόσωπο σεβαστό και σύγχρονα φορέας της επίσημης κρατικής ρητορικής που ενισχυόταν παραπέρα από τις επισκέψεις του επιθεωρητή.
Το Σχολείο Ως Χώρος Μάθησης
Το μάθημα γινόταν σε συνθήκες κάθε άλλο παρά ιδανικές από πλευράς υποδομών και αριθμού διδασκόντων. Κάθε πρωί πηγαίναμε ένα ξύλο για την σόμπα και μερικοί μαθητές υποχρεούνταν να φέρνουν και την απαραίτητη βέργα. Τα περισσότερα παιδιά δεν περίμεναν καμία ουσιαστική βοήθεια από το σπίτι για τα μαθήματα-εξ ‘άλλου οι περισσότερες μανάδες ήταν αγράμματες και οι πατεράδες ήταν ξενιτεμένοι και όσοι ήταν στο χωριό, ακόμα και αν ήξεραν γράμματα, ελάχιστοι ασχολούνταν με τα παιδιά τους. Ίσως ο μόνος έλεγχος που ασκούσαν ήταν να ρωτήσουν τα παιδιά αν διάβασαν τα μαθήματά .
Το Σχολείο Χώρος Έλεγχου και Ηθικής Διάπλασης
«Ο δάσκαλος ήταν πρωταρχικά υπεύθυνος για την διαγωγή του μαθητή»
Έτσι ασκούσε έλεγχο στη συμπεριφορά, στην εμφάνιση των παιδιών, στις διαφυλικές σχέσεις, τις εξωσχολικές δραστηριότητες, τη θρησκευτική πρακτική, πρεσβεύοντας πολλές φορές αρχές ξένες προς τη νοοτροπία του χωριού και έτσι επιχειρούσε να υποκαταστήσει την οικογένεια στη διαμόρφωση της προσωπικότητας. Ταυτόχρονα έπαιζε κεντρικό ρόλο στη συγκρότηση της εθνικής ταυτότητας των παιδιών (αποοκλεισμός των ντοπιολαλιών). Το ξύλο με τη βέργα αποτελούσε φυσικά την πλέον συνηθισμένη ποινή και δεν εφαρμοζόταν μόνο για την ενδοσχολική διαγωγή.
Η καθοριστική λειτουργία του σχολείου στη συγκρότηση εθνικής συνείδησης αποτελεί κοινό τόπο στην ελληνική και τη διεθνή σχετική βιβλιογραφία. Μαθητές και μαθήτριες έπαιρναν ενεργά μέρος στον εορτασμό της 25ης Μαρτίου απαγγέλλοντας ποιήματα, πρωταγωνιστώντας ή συμπρωταγωνιστώντας σε θεατρικά δρώμενα, παρελαύνοντας. Με ικανοποίηση και υπερηφάνεια τα θυμούνται σήμερα οι αλλοτινοί μαθητές, με την ίδια νομίζω ικανοποίηση και υπερηφάνεια την οποία ένιωθαν όταν, τότε, το χωριό ολόκληρο τους χειροκροτούσε.
Εθιμική – Κοινωνική Ζωή
Η παιδική ηλικία δεν ήταν περιχαρακωμένη, «οχυρωμένη» ,απέναντι στη πραγματική ζωή και γενικά η συμμετοχή των παιδιών σε όλες τις εκδηλώσεις της κοινωνικής ζωής ήταν αυτονόητη. Μπορούμε να πούμε ότι τα παιδιά ανήκαν πλήρως στον κόσμο των ενηλίκων, απουσίαζε δηλαδή η συνείδηση της παιδικής «ιδιαιτερότητας».
Συνοψίζοντας, θα λέγαμε πως οι εξαιρετικά μικροί, κερματισμένοι και από εδαφολογικής πλευράς όχι ιδιαίτερα γόνιμοι κλήροι, η πολυαπασχόληση, οι πολλαπλές, αγροτικές και εξω-αγροτικές πηγές εισοδημάτων, η μετανάστευση, αφορούν στο σύνολο της κοινωνίας του μεταπολεμικού χωριού, υποδεικνύουν μια μικροκοινωνία δομημένη ισονομικά, με χαμηλό βαθμό κοινωνικής διαφοροποίησης και δίνουν μια εικόνα ανάλογη με εκείνη που έχουμε για τα περισσότερα ορεινά χωριά του ελλαδικού μεταπολεμικού χώρου.
Άλλωστε, ακόμη και οι θεωρητικά αμελητέες κοινωνικο-οικονομικές διαφορές μπορούν να καθορίσουν αποφασιστικά την κοινωνική κινητικότητα ατόμων και οικογενειών και στη συνείδηση των χωριανών τα παιδιά (κυρίως τα αγόρια) αποτελούσαν, το όχημα για την προσδοκώμενη απαγκίστρωση από την αγροτική ζωή και την κοινωνική άνοδο.
Όμορφα «μυριστικά σ΄ ασπρισμένες λάτες».
Όμορφα παράθυρα με κεντημένα κουρτινάκια.
Λυγερές περπατησιές με τις βαρέλες στο κεφάλι.
Ομορφιά και φτώχεια!
Λάδι-το τοπικό νόμισμα στις συναλλαγές με τον πραματευτή, λίγο κρασί, φακή και λαθήρια –τα λάχανα –λίγα αμύγδαλα –λίγα απίδια και λαχταριστά κυδώνια.
Οι κότες για τ΄ αυγά, η κατσίκα για το γάλα και το λαμπριάτικο οβελία μα και για την κοπριά. Το γαϊδούρι –άοκνος εργάτης και για την σεμπριά.
Καθ’ ένας τα δικά του.
Σε λίγο τόπο όλα πέτρα και το νερό λιγοστό.
Το ξύλο που έφαγα όταν διάβασα στο σχολείο , από την εφημερίδα το Βήμα, για το νόμο που απαγόρευε το ξύλο στο σχολείο.
Δυό μέρες πριν μας συνέλαβε ο δάσκαλος στο κατώι του Γαδή να πίνουμε κρασί απ το μεγάλο βαένι και να δοκιμάζουμε το πρώτο τσιγάρο – Κεράνης αν θυμάμαι καλά.
Οι αλάνες με το πάνινο τόπι – ο πετροπόλεμος.
Οι αυτοδίδακτοι καραγκιοζοπαίχτες
Το καφενείο –μικρό πανεπιστήμιο
Η «Δίκη της Νυρεμβέργης» που μας διάβαζε στην πάνω ρούγα ο μετανάστης στη Γερμανία
Η πομπή με τα κόκκινα λάβαρα στην κηδεία του λαμπράκη συγχωριανού μας.
Οι μεταξοσκώληκες που μας έφερε η νεαρή δασκάλα το 66.
Τα συσσίτια με το απαίσιο πληγούρι, το κίτρινο τυρί και το χασαπομάχαιρο καρφωμένο στην κολώνα φόβητρο για όσους αρνιούνταν το φαγητό.
Το κυνηγητό του αγροφύλακα για τα ρεβίθια, τα σκάμνα και τα μπλόκοκα εδώ δίπλα στην χωροφυλακή.
Όμορφες εικόνες μιας άλλης εποχής με τα μάτια όμως της παιδικής ηλικίας.
Γενικά όμως η ζωή στην ορεινή Λευκάδα όπως και σ όλη την ορεινή Ελλάδα δεν είχε τίποτα το ειδυλλιακό για τους κατοίκους της…
Αντίθετα, στα αστικά κέντρα υπήρχε εργασία και αν όχι εργασία, προσδοκία εργασίας.
Η προσδοκία εργασίας και η υψηλότερη αμοιβή καθιστούσαν τη κεντρομόλο έλξη της πόλης και αργότερα της παράκτιας ανερχόμενης τουριστικά ζώνης ακατανίκητη.
Η φυγή από την ορεινή Ελλάδα υπήρξε μηχανισμός – θεραπεία της φτώχειας και απελευθέρωσης από τον επίπονο-ανιαρό και μονότονο μόχθο της αγροτο – κτηνοτροφικής απασχόλησης.
Υπήρξε η τυπική διαδικασία ένταξης αγροτικών περιοχών με σχετικό υπερπληθυσμό και χαμηλό βιοτικό επίπεδο στην οικονομία της αγοράς και της καπιταλιστικής μεγέθυνσης.
Τα παραπάνω σε συνδυασμό με τα δάνεια, που δόθηκαν τότε από την χούντα και τις τυποποιημένες οικοδομικές άδειες, οδήγησαν τους περισσότερους κατοίκους των ορεινών οικισμών να κατέβουν στα παράλια της Ανατολικής Λευκάδας όπου κατά κανόνα είχαν περιουσίες . Οι Αλεξαντρίτες στην Νικιάνα, οι Βαυκερίτες στο Νυδρί, οι Εγκλουβισάνοι στην Παλιοκατούνα κλπ, Άλλωστε τότε αρχίζουν να έρχονται και οι πρώτοι τουρίστες με πόλο έλξης το Σκορπιό του Ωνάση.
Πόθεν Το Ενδιαφέρον Για Την Ορεινή Λευκάδα;
1ος Λόγος : Είναι η «ανησυχία» των προγραμματιστών (ή παρατηρητών) των χωροταξικών και αναπτυξιακών φαινομένων για την πρωτοφανή μετακίνηση δραστηριοτήτων προς τα πεδινά και παράλια και η εγκατάλειψη του ορεινού χώρου.
2ος Λόγος : Το γενικότερο ενδιαφέρον για τις περιβαλλοντικές αξίες που διατηρούνται στον ορεινό χώρο που ενδεχομένως αυτό το ενδιαφέρον αποτελεί και απειλή για το ίδιο το περιβάλλον.
Ερωτήματα :
1) Είναι επιθυμητή η αναστροφή της εγκατάλειψης;
2) Είναι κοινωνικό-πολιτιστικά εφικτή;
3) Είναι οικονομικά συμφέρουσα και αν ναι για ποιούς;
Οι απαντήσεις είναι δύσκολες και αν δεν δοθούν σήμερα δεν υποσκάπτουν την αξία των ερωτημάτων.
Το μόνο που θα θελα στο σημείο αυτό να σημειώσω είναι ότι σήμερα έχουν πραγματοποιηθεί σοβαροί προτιμησιακοί μετασχηματισμοί , στον αντίποδα της όπως παραπάνω περιγραφείσας τάσης εγκατάλειψης, με κύριο χαρακτηριστικό την φυγή αστικών στρωμάτων στην ορεινή ύπαιθρο κυρίως συνταξιούχων.
Πως έχει διαμορφωθεί η κατάσταση σήμερα
Εγκαταλείπονται οι καλλιέργειες στα ορεινά και στα παράκτια πωλούνται για οικόπεδα.
Οι αιωνόβιες ελιές πωλούνται για καυσόξυλα.
Δρόμοι δήθεν για δασοπροστασία χαρακτηρίζονται διακοινοτικοί για να μπορεί εύκολα να γίνεται η κατάτμηση.
Σχεδιάζονται εγκάρσιοι άξονες (ανατολικά –δυτικά, βόρεια –νότια) με μόνο σκοπό την επικοινωνία της παράκτιας ζώνης.
Σχεδιάζονται μεγάλα λιμάνια στη Βασιλική, στο Νυδρί, στο Περιγιάλι, επέκταση της μαρίνας στη Λευκάδα, με αποκορύφωμα των ημερών η περίφημη υποθαλάσσια ζεύξη που μόνο τα συμφέροντα της μαρίνας και των μεγαλοεργολάβων θα εξυπηρετεί ενώ το οικονομικό κόστος είναι τεράστιο για τους πολλούς και τα παιδιά μας, αγνοώντας βάναυσα την φέρουσα ικανότητα του νησιού.
Σκάβονται τα βουνά και στήνονται αρχιτεκτονικά εκτρώματα στον Επίσκοπο, στο Φαγιά, στο Μαγγανά, στον μικρό Γυαλό, στα Σύβοτα, στο Κάθισμα και ακολουθεί το Μεγανήσι.
Ο πρόεδρος της δημοκρατίας σηκώνει κάστρα απέναντι απ τον Σκορπιό.
Εξαφανίζονται οι αλυκές, η λιμνοθάλασσα μπαζώνεται με σκουπίδια, η αποχέτευση οδηγείται στα ιβάρια.
Ότι είναι στο κέντρο της Λευκάδας και δεν βλέπει θάλασσα προορίζεται για χωματερή – για νταμάρια – πυλώνες υψηλής τάσης –παλιότερα τέρατα Ραντάρ.
Χαρακτηριστική η περίπτωση της δήθεν επιστημονικής χωροθέτησης του περίφημου ΧΥΤΑ δίπλα στην Κόκκινη Εκκλησιά πεντακόσια μέτρα απ τα Κολυβάτα.
(Στο σημείο αυτό θα θελα να μνημονεύσω τον ωραίο αγώνα του αείμνηστου Σίμου Σούνδια που μαζί με πολλούς φίλους και φίλες απ τον Αλέξανδρο και τον Ελλομένο δώσαμε για ν αποτρέψουμε το σχεδιαζόμενο περιβαλλοντικό έγκλημα, έχοντας απέναντί μας το σύνολο σχεδόν των τοπικών παραγόντων, ακόμα κι αυτόν τον Σύλλογο Αρχιτεκτόνων Λευκάδας).
Την ίδια στιγμή καμία μέριμνα για ανάδειξη της ομορφιάς των ορεινών οικισμών – των μονοπατιών που συνέδεαν τα μνημεία της τοπικής αρχιτεκτονικής – των ανεμόμυλων και των νερόμυλων – των μοναστηριών – την επαφή με την πλούσια χλωρίδα και πανίδα – των αρχαιολογικών ευρημάτων που είναι διάσπαρτα στην ευρύτερη περιοχή.
Επιδοτείται το ξεκόλωμα των αμπελιών, το κόψιμο των αλιευτικών σκαφών, το λάδι χωρίς να μεζεύονται οι ελιές και πλημμυρίζει η Λευκάδα από σογιέλαια, λεμόνια από το Ισραήλ, ντομάτες απ΄την Πολωνία, κρασἰ από την Πάτρα, τη Βουλγαρία και τη Χιλή, « φέτα» από τη Δανία, μουσακά από τα Γιάννενα.
Και μας εμφανίζουν και την ΕΥΔΑΠ να την προικίσουμε με 5 εκατομμύρια ευρώ ετησίως στο γάμο που της ετοιμάζουν.
Επιλέξιμα έργα χαρακτηρίζονται μόνο οι διανοίξεις δρόμων, η αποκατάσταση των χωματερών, την ίδια στιγμή που δίπλα ανοίγονται νέα κύτταρα απόθεσης σκουπιδιών και γενικά όσα έργα σχεδιάζονται εκ των προτέρων στα γραφεία των μεγαλοεργολάβων και των νέων σωτήρων μας « επενδυτών».
Μια προσπάθεια που γίνεται για προστασία των ακτών (ο περίφημος νόμος Μπιρμπίλη) προκαλεί ίσως τη μοναδική αντίδραση του κυβερνητικού βουλευτή και πλήθους βέβαια τοπικών παραγόντων.
Η περίφημη χωροταξική μελέτη θάβεται αφού κατακρεουργείται από σημειακές και λοιπές παρεμβάσεις για εξυπηρέτηση μικρών και μεγάλων συμφερόντων.
Στο ειδικό χωροταξικό για τις ιχθυοκαλλιέργειες, τα ιχθυοτροφεία Λευκάδας λάμπουν δια της απουσίας τους, είναι βλέπετε κοινοτικά, ενώ σε γειτονικό νομό ανήκουν σε υψηλά ιστάμενα πρόσωπα.
Την ίδια στιγμή στήνουν χορό οι επιδοτήσεις για νέες ξενοδοχειακές μονάδες που με το all-inclusive απομονώνονται από την τοπική οικονομία.
Βαφτίζεται περιοχή αγροτοτουρισμού η Βασιλική και εξαιρούνται η Βαυκερή – ο Αλέξαντρος – τα Πλατύστομα.
Τα περίφημα LEADER διαθέτουν πάνω από 50% του προϋπολογισμού τους για έξοδα διαχείρισης και κατευθύνονται κύρια σε βίλλες με πισίνες πάντα εκτός σχεδίου.
Δύο Προτάσεις για την ορεινή Λευκάδα
1) Προσανατολισμός σε συμπληρωματικές προς την οικονομία της παράκτιας ζώνης δράσεις
2) Ενθάρρυνση της επιστροφής των παλινοστούντων.
Σημεία Παρέμβασης
1) Κίνητρα για επανακατοίκηση μόνο του υπάρχοντος οικιστικού αποθέματος.
2) Οδικό δίκτυο με πρωτεύοντα ρόλο τη διασύνδεση των ορεινών οικισμών χωρίς να είναι απαραίτητη η πρόσβαση σε χαμηλότερες υψομετρικές ζώνες.
3) Δημόσιες επενδύσεις για ανάδειξη ανθρωπογενούς-οικιστικού περιβάλλοντος και πόρων πολιτιστικής κληρονομιάς.
4) Δημόσιες επενδύσεις για προστασία οικολογικών πόρων και άγριας φύσης.
5) Υποδομές προσέλκυσης και ενημέρωσης επισκεπτών.
6) Κίνητρα για ιδιωτικές και δημόσιες επενδύσεις για δραστηριότητες νέων μορφών τουρισμού (φυσιολατρικός – ορειβασία – οδοιπορία – ορεινή ποδηλασία – ιππασία).
7) Όχι δασικοί δρόμοι!
8) Όχι εγκάρσιοι οδικοί άξονες!
9) Διατήρηση της νησιοτικότητας του νομού – όχι στα φαραωνικού τύπου και πανάκριβα έργα όπως η υποθαλάσσια σήραγγα.
10) Ο ορεινός όγκος να μην αποτελεί την πίσω αυλή της παράκτιας ζώνης με χωροθετήσεις οχλουσών δραστηριοτήτων ( χωματερές – νταμάρια, πυλώνες υψηλής τάσης ).
Κλίνοντας θα θελα να καταθέσω και μερικές σκέψεις ευρύτερου προβληματισμού γι αυτή την περιβόητη ανάπτυξη με όποιο επιθετικό προσδιορισμό και αν σερβίρεται ( βιώσιμη – πράσινη – αειφορική – άναρχη – καπιταλιστική – σοσιαλιστική – με σεβασμό στο περιβάλλον κλπ).
Τα ερωτήματα :
- Ø Τι είναι η ανάπτυξη;
Ø Πως μετριέται η ανάπτυξη και γιατί πρέπει να μετριέται;
Ø Αποτελούν οι δείκτες ανάπτυξης και δείκτες ευημερίας;
Ø Ποιοί είναι οι μηχανισμοί προπαγάνδας της ανάπτυξης;
Ø Υπάρχουν τρόποι αποτοξίνωσης απ το ναρκωτικό της ανάπτυξης;
Θα προσεγγίσω τα παραπάνω ερωτήματα δανειζόμενος την ανάλυση του καθηγητή Δημ. Ρόκου από άρθρο του δημοσιευμένο στο διαδίκτυο με τίτλο « Θεμελιώδεις Προϋποθέσεις για ένα Σχέδιο Αξιοβίωτης Ολοκληρωμένης Ανάπτυξης»
Είναι βέβαια απολύτως κατανοητό ότι η έννοια της ανάπτυξης αλλιώς προσεγγίζεται από τα δίπολα κεφάλαιο – εργασία και «αναπτυγµένων» χωρών του βορρά και «αναπτυσσόµενων» του νότου ή και ακόμα ορεινής και παράκτιας ζώνης στην Λευκάδα εν προκειμένω.
Ακόµα και ο κάθε πολίτης, µε βάση τόσο το αξιακό, ιδεολογικό, κοσµοθεωρητικό, πολιτικό και πολιτισµικό, όσο και το επιστηµονικό και επαγγελµατικό του «ιδίωµα» αλλά και τις εµπειρίες της καθηµερινής του ζωής, είτε υπερτιµά ή υποτιµά συγκεκριµένες διαστάσεις της «ανάπτυξης», ως αντικειµενικά αξιολογικής και υποκειµενικής έννοιας, περιορίζοντάς την συνήθως µε τοπικά, θεµατικά και/ή τοµεακά κριτήρια, στα οικειότερα µ’ αυτόν και πλέον «συµφέροντα» πεδία.
Έτσι, κάποιος µπορεί να θεωρεί κυρίαρχη την οικονοµική διάσταση της «ανάπτυξης» µιας περιοχής, π.χ. είτε όλης της Λευκάδας ή του προικισµένου µε συγκεκριµένα φυσικά και πολιτισµικά διαθέσιµα χωριού του, αγνοώντας, όχι µόνο τις ανάγκες των λιγότερο ευνοημένων γειτονικών χωριών αλλά και τις γενικότερες κοινωνικές και αναπτυξιακές ανάγκες της Λευκάδας ως συνόλου και παραβλέποντας τις κάθε τύπου δυσµενείς περιβαλλοντικές επιπτώσεις.
Κάποιος άλλος, πεισµένος απ’ τις προσλαµβάνουσες παραστάσεις και τα διαβάσµατά του, µπορεί να θεωρεί ότι η «µονοκαλλιέργεια» του τουρισµού µπορεί να δώσει τη µόνη λύση στο «αναπτυξιακό» πρόβληµα , αγνοώντας την ανάγκη πολυδιάστατων προϋποθέσεων υποδοµών, εκπαίδευσης και στήριξης της τουριστικής προσπάθειας από αντίστοιχα αναπτυγμένους τον πρωτογενή, το δευτερογενή και τον τριτογενή τοµέα της παραγωγής.
Η µιµητική όµως αναπαραγωγή και η άκριτη µεταφορά, του ανισόρροπα αποδοτικού και συγκεντρωτικού µοντέλου των υπερκορεσµένων κοσµοπολίτικων τουριστικών θερέτρων της Κέρκυρας, της Ρόδου και της Κρήτης, στην κυρίως ορεινή, και µε σηµαντικότατο αναξιοποίητο οικιστικό και πολιτισµικό πλούτο Λευκάδα, θα συνεπαγόταν αναπόδραστα δυσµενέστατες επιπτώσεις στο φυσικό, το κοινωνικοοικονοµικό και το πολιτισµικό επίπεδο της νησιού.
Απ’ την άλλη µεριά, πέρα απ’ τις παραπάνω ενδεικτικές και αποσπασµατικές αντιλήψεις για την «ανάπτυξη», υπάρχουν και πολλές άλλες, µε αποχρώσεις κρατοκεντρικές, οι οποίες εναποθέτουν αποκλειστικά στο κράτος όλες τις σχετικές ευθύνες αγνοώντας ή υποτιµώντας στην πραγµατικότητα, τόσο τις ευθύνες αλλά και τις δυνατότητες των πολιτών και των ενώσεών τους, όσο και τις δυνάµει πρωτόβουλες δράσεις και ενέργειές τους για σχεδιασµένη και αποτελεσµατική αξιοποίηση δηµόσιων, εθνικών και κοινοτικών πόρων στην «αναπτυξιακή» προσπάθεια. Οι πόροι αυτοί συνήθως και όχι τυχαία, στην καλύτερη περίπτωση, απλώς «απορροφούνται» την τελευταία στιγµή και απολύτως αντιαναπτυξιακά.
Ακόμα όμως και δυνάμεις με αντίληψη αντίθετη στην οικονομική μεγέθυνση που στηρίζεται σε µέχρις ασυδοσίας, ανταγωνιστικές µεθόδους, ως την κυρίαρχη κατεύθυνση της «αναπτυξιακής» στρατηγικής , δηλαδή οι οπαδοί των εναλλακτικών – ορθόδοξων –αριστερών – «εκσυγχρονιστικών» πολιτικών δυνάμεων που διακηρύσσουν πίστη σε μια άλλη –σύμμετρη –ισόρροπη και αποκεντρωμένη ανάπτυξη, στην συντριπτική τους πλειοψηφία αναγνωρίζουν στο κράτος και την κάθε φορά κυβέρνηση, σε υπερεθνικούς σχηµατισµούς (όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση) και σε διεθνείς οργανώσεις (όπως ο Παγκόσµιος Οργανισµός Εµπορίου και η ∆ιεθνής Τράπεζα), την κύρια ευθύνη και τον αποκλειστικό ρόλο καθορισµού της «αναπτυξιακής» πορείας της κάθε χώρας σε πλανητικό επίπεδο, αλλά και της ιδεολογίας και της ποιότητας της «ανάπτυξης».Και αυτό ανεξάρτητα από το αν συντάσσονται ή αντιτάσσονται στις συγκεκριµένες επιλογές τους.
Η προοδευτικότερη και µόνο θεωρητικά ανεκτή από τη νέα τάξη, αντίληψη για την «ανάπτυξη», αυτή της «αειφόρου ή βιώσιµης ή διατηρήσιµης ανάπτυξης» περιορίζεται στην ανάγκη λήψης µέτρων λελογισµένης και ορθολογικής διαχείρισης των φυσικών διαθεσίµων του πλανήτη µας, για να αρκέσουν και για τις επόµενες γενιές. Ο ορισµός της «βιώσιµης ανάπτυξης», ως της «ανάπτυξης», «που ικανοποιεί τις ανάγκες του παρόντος, χωρίς να διακυβεύει την ικανότητα των εποµένων γενεών να ικανοποιούν τις δικές τους ανάγκες» (W.C.E.D., 1987), προκαλεί πολλά και τεράστια, ερωτηµατικά, σε επίπεδο θεωρίας και πράξης, τόσο για τους επιστήμονες οι οποίοι ασχολούνται µε τα θέµατα «ανάπτυξης» και για τους πολιτικούς που τα διαχειρίζονται, όσο όµως και για όλους τους σκεπτόµενους πολίτες και εργαζοµένους του πλανήτη µας.
Η «βιώσιµη ανάπτυξη», θα αφορά όλους τους ανθρώπους σε κάθε χώρα και κάθε περιφέρειά της και όλες τις ανάγκες τους;
Ποιες άραγε είναι οι ανάγκες αυτές; Ποιοι τις καθορίζουν; Με βάση ποια κριτήρια και πώς;
Είναι οι ίδιες για κάθε γωνιά του πλανήτη και για κάθε πολιτισµό;
Και ποιες είναι οι ιεραρχήσεις προτεραιοτήτων ικανοποίησής τους στο χώρο και στο χρόνο;
Ποιος µπορεί να καθορίσει τις μελλοντικές ανάγκες και πώς;
Και στην ικανοποίηση αυτών των αναγκών, πως συνεκτιµώνται και αντιμετωπίζονται τα θέµατα : παραγωγής, διανοµής και κατανάλωσης (και µε ποιες παραγωγικές και κοινωνικές σχέσεις και δυνάµεις) ενδογενεακής και διαγενεακής δικαιοσύνης για όλες τις κοινωνικές τάξεις, σεβασµού και προστασίας των ανθρωπίνων, ατοµικών, πολιτικών, κοινωνικών και εργασιακών δικαιωµάτων και του φυσικού και πολιτισµικού περιβάλλοντος.
Παρ’ όλα αυτά, πανεπιστηµιακοί δάσκαλοι και ερευνητές, επιστήµονες όλων των ειδικοτήτων, εκπαιδευτικοί, πολιτικοί και πολίτες, αθώοι και αµέριµνοι µηρυκάζουν τα τελευταία χρόνια αποκλειστικά τα της συµβατής µε τα συµφέροντα των παγκοσµιοποιηµένων αγορών «βιώσιµης ανάπτυξης», την θεσµοποιούν, την θεοποιούν, την καταναλώνουν σε όλα τα επίπεδα, και κάθε αντίθετη φωνή και επιχείρημα, στην καλύτερη περίπτωση αγνοούνται επιδεικτικά από την νέα τάξη και τους απανταχού πολιτικούς και ακαδηµαϊκούς υπαλλήλους της, ενώ στη χειρότερη, γραφικοποιούνται από την κυρίαρχη αντίληψη και πολιτική των χειραγωγούµενων από τις αγορές Μέσων Μαζικής Ενηµέρωσης.
Γιατί π.χ. τι είδους «βιώσιμη» ανάπτυξη έχουμε:
(α) στο πεδίο της διατροφής, όταν πέρα από τις φτωχές χώρες που λιμοκτονούν, ακόμα και για τις χώρες του πλούσιου βορρά η θεοποιημένη πλέον ανταγωνιστικότητα και η επιδίωξη της μέγιστης κερδοφορίας των πολυεθνικών επιχειρήσεων, οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια, στις τρελές αγελάδες, τις ζωοτροφές με διοξίνες , στα μεταλλαγμένα φυτικά προϊόντα, στην κλωνοποίηση κ.λ.π.,με καταστρεπτικές συνέπειες, όχι μόνο στην σωματική και ψυχική υγεία αλλά και στις ηθικές αξίες της ζωής των ανθρώπων.
(β) στο πεδίο της παραγωγής τεχνικών έργων, όταν ο ανηλεής ανταγωνισμός οδηγεί τις σχετικές μειοδοτικές διαγωνιστικές διαδικασίες είτε σε κακόγουστο θέατρο διαπλεκόμενων συμφερόντων, ή σε εξευτελιστικά μεγάλες εκπτώσεις οι οποίες μοιραία οδηγούν σε κακοτεχνίες, , μεγάλους κινδύνους για την ασφάλεια των χρηστών των έργων αυτών, και το συνηθέστερο σε μη ολοκλήρωση, και εγκατάλειψή τους και την διασπάθιση πολύτιμων οικονομικών πόρων.
(γ) στα πεδία της επιστήμης, της παιδείας, της έρευνας και της τεχνολογίας, όταν ο χωρίς ηθικούς φραγμούς οικονομικός ανταγωνισμός υποκαθιστά μέσα από τα εκπαιδευτικά συστήματα της κυρίαρχης ιδεολογίας την ευγενή και δημιουργική άμιλλα, και η εκπαιδευτική διαδικασία από ανάπτυξη της κριτικής ικανότητας, μόρφωση και πολιτισμός εκφυλίζεται σε μονοδιάστατη τεχνοκρατική κατάρτιση στελεχών ,κατάλληλων, για την μεγιστοποίηση της κερδοφορίας και της ισχύος των πολυεθνικών εταιρειών. Βέβαιη μακροπρόθεσμα συνέπεια μιας τέτοιας κοντόφθαλμης επιλογής είναι ότι έτσι θα υπονομευθούν ακόμα και τα ίδια τα συμφέροντα μιας υγιούς (θεωρητικά) καπιταλιστικής οικονομίας, μια που τα Πανεπιστήμια, τα οποία ιδιωτικοποιούνται σ’ όλον τον κόσμο όλο και περισσότερο, για να γίνουν συμβατότερα με τις διαρκώς αυξανόμενες και κυρίως πλασματικές ανάγκες μιας διαρκώς αυξανόμενης και επεκτεινόμενης παραγωγής και κατανάλωσης (που θα εξακολουθεί να απομυζά και να διασπαθίζει κυρίως τα φυσικά και ανθρώπινα διαθέσιμα του φτωχού νότου και όχι μόνο), δεν θα μπορούν πλέον να παράγουν με την έρευνα νέα γνώση.
Για την «Ανάπτυξη»
Κ.Τσουκαλάς, Καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών
Η αξιακή κατίσχυση του ιδεολογήματος της ανάπτυξης προσκρούει σε τρεις κυρίως αξιακές επιφυλάξεις ή αντι-αξίες.
- Ø Στην άκριτη και βλαβερή καταστροφή του οικοσυστήματος που όχι μόνο βλάπτει τον άνθρωπο αλλά και τον στερεί από μιαν από τις πιο σημαντικές πηγές της ελεύθερης χαράς και έμπνευσής του.
- Ø Στην επιλεκτική συμμετοχή των ανθρώπων στα αγαθά της προόδου και την συνακόλουθη υποχώρηση των αξιών της κοινωνικής δικαιοσύνης και της ισότητας.
Αυτοί είναι οι αξιακοί λόγοι που επιτάσσουν την άμεση επιστροφή του κοινωνικού και πολιτικού προβληματισμού γύρω από τους όρους και τις κατευθύνσεις της ανάπτυξης ως προόδου.
Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι η ιδέα της ανάπτυξης πρέπει να απορριφθεί. Αντίθετα είναι θεμελιώδους σημασίας, αρκεί να προωθείται υπό όρους.
Δεν αρκεί δε να είναι αειφόρος, πρέπει ταυτοχρόνως να είναι κοινωνικά ισόρροπη και δημοκρατική.
Σε καμία περίπτωση η ποσοτική ανάπτυξη δεν μπορεί να θεωρείται τεκμήριο ποιοτικής προόδου. Πρέπει εν πάσει περιπτώσει :
- Ø να διασώζει τις πηγές του υλικού πλούτου,
Ø να διαχέει τα θετικά αποτελέσματά της σε όλους ,
Ø να ελέγχεται και να αποφασίζεται δημοκρατικά με συμμετοχή του λαού.
Απέναντι στο κυρίαρχο μοντέλο μεγέθυνσης, παγκόσμια αναπτύσσεται μια νέα αντίληψη τρόπου ζωής και οικονομίας, αυτή της αποανάπτυξης.
Η αποανάπτυξη δεν αποτελεί το αντίθετο της ανάπτυξης ούτε και ταυτίζεται με την οικονομική ύφεση, αλλά μιλάει για έξοδο από μια κοινωνία που στηρίζεται στο πρότυπο της ανάπτυξης, δηλαδή πρόκειται για αλλαγή προτύπου.
Η αποανάπτυξη είναι ένα κάλεσμα να «απο-αποικιοποιήσουμε» το φαντασιακό μας από την λογική του καταναλωτισμού και της διαρκούς οικονομικής ανάπτυξης, ως άτομα και ως σύνολα.
Να προτείνουμε μια κοινωνία πιο περιβαλλοντικά βιώσιμη και κοινωνικά δίκαιη, που θα βασίζεται σε ένα διαφορετικό σύστημα αξιών.
Αναφέρεται στη μείωση της υπερκατανάλωσης ενέργειας και υλικών, ως ένα απαραίτητο βήμα για τη μετάβαση σε μια πιο βιώσιμη κοινωνία.
Καταλογίζει στην διαφήμιση ( 500 δις ευρώ το 2003) ότι αποτελεί την κύρια πηγή νοητικής-οπτικής-ηχητικής ρύπανσης που κυριεύει τον συλλογικό χώρο – καταβροχθίζει το διαδίκτυο – αποκοιμίζει τα ΜΜΕ καθιστώντας τα οικονομικά της εξαρτήματα και αξιοθρήνητους υποστηρικτές της.
Ζητάει τη φορολόγηση της φίρμας και όχι των προϊόντων.
Η υπερκατανάλωση είναι η κύρια αιτία αύξησης των απορριμμάτων ( περ. 15% του κρέατος -10% του ψωμιού και των ζυμαρικών καταλήγουν στον σκουπιδοτενεκέ –το ίδιο ισχύει και για τα ρούχα και τις οικιακές συσκευές).
Στα 500 κιλά αποβλήτων τα 40 είναι διαφημιστικά έντυπα και τα 100 συσκευασίες.
Μύθος και απάτη η διαλογή και σπατάλη η λεγόμενη ανακύκλωση.
Το θέμα για το προϊόν είναι
• Να πουλιέται χωρίς συσκευασία
• Να είναι ανθεκτικό
• Να μπορεί να επιδιορθωθεί
• Ή να μην πουλιέται αν δεν είναι απαραίτητο.
Να επαν – εντοπίσουμε την ζωή : Στο μοντέλο πιο μακριά –πιο γρήγορα -πιο συχνά να απαντήσουμε πιο κοντά –πιο αργά –πιο αραιά και πιο ακριβά.
Μείωση των μεταφορών :
Κάθε 10 δευτερόλεπτα ένα φορτηγό διασχίζει τα Πυρηναία.
Τα καταναλωτικά αγαθά διασχίζουν κατά μέσο όρο περίπου 5.000 χιλιόμετρα
Να μειώσουμε την κατανάλωση για να δουλεύουμε λιγότερο και να αφιερώνουμε περισσότερο χρόνο στις πνευματικές απαιτήσεις, στις ανθρώπινες-οικογενειακές –κοινωνικές –ερωτικές –πολιτισμικές –θρησκευτικές σχέσεις –και μάλιστα για να κοιτάζουμε τα σύννεφα «τα θαυμάσια υπέροχα σύννεφα» όπως ο ξένος του Μπωντλαίρ.
Η αποσύνδεση της ανάπτυξης από την ποιότητα της ζωής και της ευημερίας, αποτελεί ένα από τα βασικότερα στοιχήματα της από -ανάπτυξης.
Είναι το ΑΕΠ δείκτης ευημερίας;
(δείτε πως η αύξηση του ΑΕΠ συνυπάρχει με την αύξηση του χρόνου εργασίας – υποβάθμιση του περιβάλλοντος – τη μείωση και εμπορευματοποίηση του ελεύθερου χρόνου).
π.χ. ασχολίες όπως το μεγάλωμα και η διαπαιδαγώγηση των παιδιών, το καθάρισμα του σπιτιού, τα οικιακά μαστορέματα, λόγω έλλειψης χρόνου από προσωπικές ασχολίες έχουν περάσει στην αγορά.
Αυτή η αύξηση του ΑΕΠ λόγω εκχώρησης στις αγορές ασχολιών που αποτελούσαν μέρος της οικογενειακής ή κοινωνικής καθημερινότητας δεν αντανακλά αύξηση του βιοτικού επιπέδου αλλά αντίθετα έλλειψη χρόνου με τους φίλους και την οικογένεια.
Νέοι δείκτες ευημερίας.
Ελεύθερος χρόνος – κοινωνικότητα
Η αποανάπτυξη μιλάει για ξεμάγεμα του κόσμου από την επιστήμη της προόδου και της ανάπτυξης.
Οι ποιητές, οι ζωγράφοι και οι εστέτ κάθε είδους, με λίγα λόγια οι ειδικοί του άχρηστου, του δωρεάν, του ονείρου, του θυσιασμένου μέρους του εαυτού μας, θα έπρεπε να επαρκούν για να συντελεστεί το ξαναμάγεμα.
Πρακτικές προτάσεις:
• Κατάργηση και ποινικοποίηση των διαφημίσεων
• Αναστολή γιγαντιαίων αναπτυξιακών έργων υποδομών
• Δημιουργία τοπικών νομισμάτων
• Αυτοοργάνωση τοπικής κοινωνίας
• Προώθηση της συμμετοχικής δημοκρατίας
Ας επανέλθουμε όμως στον εγκαταλειμμένο Αλέξανδρο
Από τη συλλογή του Τάσου Πορφύρη, Το εγκαταλειμμένο σπίτι, ποιήματα (Θεσμός, Αθήνα 1968)
“Το σπίτι”
Εκείνο το εγκαταλειμένο σπίτι
Μένει ξάγρυπνο τις νύχτες και τραγουδάει.
Έντομα και ερπετά το κατοικούν και πληθαίνουν
Εξασφαλίζοντάς του μια μοναξιά μεγάλη
Σαν τη λευτεριά ή την αγάπη σ άλλους καιρούς.
Την ημέρα οργανώνει την άμυνά του
Γνωρίζοντας πως όπου νάναι θα φανεί ο ξένος.
Πρώτα τα σκαλοπάτια θα ξυπνήσουν τρομαγμένα
Τα παράθυρα , οι πόρτες θα σφαλίσουν αθόρυβα
Κι όταν φτάσει η στιγμή μια ανάσα πριν απ τη νίκη
Θα σωριασθεί με πάταγο , παρασέρνοντάς τον.
(Κώστας Φωτεινός, «Της μικρής μας πόλης», εκδόσεις Ροδακιό, 2011)
ΝΟΣΤΟΣ
«Νοσταλγώ τη θαλπωρή της στιας το χειμώνα
που ποτέ μου δεν ένοιωσα
και το έαρ το παντοτινό
που περίμενα στην καρδιά μου…
Νοσταλγώ τη ζωή που ήταν να΄ρθει
κι όμως δεν ήρθε
γιατί φοβισμένη χάθηκε σε σταυροδρόμια
που ποτέ δεν φαντάστηκα…
Νοσταλγώ μια ζωή που την έζησα
στη περήφανη φτώχεια μου»
«Οι δρόμοι της Αριάδνης» 2007, ΚΑΤΑΡΤΙ
«Όμως εγώ αδέσποτος θα’μαι
κι αυτοί που γεωμετρούν ερήμην μου,
δεν θα με πιάνουν οι συνισταμένες τους.
Η τιμωρία τους θα΄ναι η μεγάλη μου απόδραση.
Το ανυπότακτο όνειρο που θεριεύει στις πληγές των ανθρώπων
και λάβαρο γίνεται των ηττημένων».
ΠΗΓΕΣ :
1. Επιστημονική ημερίδα για την ανάπτυξη της ορεινής Λευκάδας, Πανεπιστήμιο Πειραιώς –ΝΑ Λευκάδας, 29/6/2003
2. Μαριά Παπαθανασίου, Μεγαλώνοντας στον ορεινό χώρο, Ιστορικό αρχειο Ελληνικής Νεολαίας, 2003
3. Δημ. Ρόκος άρθρο δημοσιευμένο στο διαδίκτυο με τίτλο « Θεμελιώδεις Προϋποθέσεις για ένα Σχέδιο Αξιοβίωτης Ολοκληρωμένης Ανάπτυξης»
4. Κ.Τσουκαλάς, Για την «Ανάπτυξη» Καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών, άρθρο στο διαδίκτυο
5. Κώστας Φωτεινός, «Της μικρής μας πόλης», εκδόσεις Ροδακιό, 2011–«Οι δρόμοι της Αριάδνης» 2007, ΚΑΤΑΡΤΙ
6. Tάσος Πορφύρης, Το εγκαταλειμμένο σπίτι, ποιήματα (Θεσμός, Αθήνα 1968)
7. Σερζ Λατούς, Το στοίχημα της από –ανάπτυξης, εκδόσεις Βάνιας, 2008
8. http://www.kolivas.de